- Μιαούλης, Ανδρέας
- (Ύδρα 1769 – Αθήνα 1835). Ναύαρχος της Επανάστασης του 1821. Από μικρός ασχολήθηκε με ναυτικά επαγγέλματα, δέκα χρονών δούλευε στο πλοίο ενός θείου του και στα δέκα έξι του έγινε κυβερνήτης του οικογενειακού τους λατινάδικου (σιταγωγού). Έξυπνος, δραστήριος και ριψοκίνδυνος, εργάστηκε με τα εμπορικά λιμάνια της Δύσης, κέρδισε χρήματα και αγόρασε δικό του πλοίο, το Μιαούλ (στο οποίο ίσως οφείλεται και το όνομά του, γιατί το πατρικό του επώνυμο ήταν Βώκος). Αργότερα αγόρασε και άλλο πλοίο και το 1802 ναυπήγησε στη Βενετία μια μεγάλη (είχε πλήρωμα 150 αντρών) δική του κορβέτα, την οποία εξόπλισε και με πυροβόλα, και στη συνέχεια παραβίασε τον αγγλικό αποκλεισμό για να μεταφέρει στάρι στα Γάδειρα. Όταν η κορβέτα βυθίστηκε (1804) προσκρούοντας σε ύφαλο, απέκτησε τον Ηρακλή, που έμελλε να μετατραπεί σε πυρπολικό με το οποίο ο Θεοχάρης ανατίναξε (29 Αυγούστου 1824) την υποναυαρχίδα του αιγυπτιακού στόλου.
Η δραστηριότητά του όλη αυτή την περίοδο, η τόλμη του, τα ανδραγαθήματά του κατά τις συγκρούσεις με τους πειρατές που λυμαίνονταν το Αιγαίο, τον είχαν καταστήσει εξαιρετικά δημοφιλή και σεβαστό. Όταν, το 1807, κατά τον ρωσοτουρκικό πόλεμο, η Πύλη έστειλε δυνάμεις στην Ύδρα, ο Μ. ανέλαβε την ηγεσία του νησιού· την εγκατέλειψε όμως σύντομα, μόλις ησύχασε ο τόπος, για να συνεχίσει τις ναυτικές του επιχειρήσεις έως το 1816, οπότε σταμάτησε τα ταξίδια, έμεινε στην Ύδρα και επιδόθηκε στο εμπόριο.
Στο προσκήνιο του αγώνα του 1821 παρουσιάστηκε τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου ως συναρχηγός της υδραίικης μοίρας με ναύαρχο τον Ιάκωβο Τομπάζη, οπότε, κατά τη σύγκρουση της μοίρας με την κατά πολύ ισχυρότερη τουρκική, πραγματικά ανδραγάθησε. Σε λίγο διαδέχτηκε τον Τομπάζη στην αρχηγία και τον Φεβρουάριο του 1822 επιτέθηκε με επιτυχία εναντίον του τουρκικού στόλου έξω από την Πάτρα. Τον Σεπτέμβριο του 1822 σκόρπισε τον τουρκικό στόλο κοντά στο Χέλι της Ναυπλίας εμποδίζοντας έτσι τον ανεφοδιασμό των πολιορκούμενων στο Ναύπλιο Τούρκων, οι οποίοι αναγκάστηκαν να παραδοθούν, και τον Νοέμβριο ενίσχυσε το πολιορκημένο Μεσολόγγι με στρατό και με τρόφιμα. Τον Οκτώβριο του 1823, έδωσε επιτυχείς ναυμαχίες στο Αρτεμίσιο, στους Ωρεούς, μεταξύ Αγίου Όρους και Χίου· στις αρχές Ιουλίου αποβιβάστηκε στα πυρπολημένα Ψαρά και στις 28 Αυγούστου έδωσε την περίφημη ναυμαχία του Γέροντα. Το 1825 αρμένιζε στις θάλασσες εμποδίζοντας τον ανεφοδιασμό του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο, χτύπησε τον αιγυπτιακό στόλο στη Σούδα και έκαψε πολλά πλοία του στη Μεθώνη. Στη δεύτερη πολιορκία του Μεσολογγίου ανεφοδίασε την αποκλεισμένη πόλη. Αποπειράθηκε να διασπάσει και δεύτερη φορά τον αποκλεισμό, αλλά οι δυνάμεις του ήταν λίγες. Με τη γενναιότητά του, τη διορατικότητα και την εντιμότητά του στηλίτευσε τις κυβερνητικές παραλείψεις («Αν είχαμεν περισσοτέραν ναυτικήν δύναμιν με πολλά πυρπολικά... και αν ήρχοντο τα μίστικα να τα εμβάσωμεν εις την λίμνην... τότε και ο Ιμπραήμης εκατεστρέφετο», θα αναφέρει στους προκρίτους της Ύδρας), επισήμαινε τους κινδύνους («το Μεσολόγγι εντός ολίγου πίπτει άφευκτα εις την εξουσίαν του εχθρού εξ αιτίας της πείνας») και πρότεινε μέτρα σωτηρίας («η ηρωική και πολυπαθής φρουρά είναι νηστική, κατά τον λογαριασμόν μας, τέσσαρας ημέρας τώρα»· «δι’ αγάπην Θεού, να μη παραβλέψετε τον γενικόν τούτον κίνδυνον, αλλά να ετοιμάσετε το γρηγορώτερον και άλλα πυρπολικά και άλλα πλοία, και να μας τα στείλετε μ’ εν άλλο μηνιαίον ... διά να μη χαθώμεν εξ ολοκλήρου διά μιας, και συλλογισθήτε το»). Φυσικά, όλα μάταια.
Με τον διορισμό του Κόχραν ως αρχηγού του στόλου δέχτηκε χωρίς δυσανασχέτηση να υποβιβαστεί στον βαθμό του πλοιάρχου, για να αναλάβει και πάλι το παλιό του αξίωμα από τον Καποδίστρια. Αργότερα τάχθηκε εναντίον του τελευταίου, κατέλαβε τον ναύσταθμο του Πόρου, και όταν απειλήθηκε από τον Ρώσο ναύαρχο, που είχε στείλει εκεί ο Καποδίστριας, έκαψε τα πλοία (1831). Το 1832 πήγε στο Μόναχο επικεφαλής της αντιπροσωπείας που πρόσφερε το στέμμα στον Όθωνα, ο οποίος αργότερα τον έκανε αρχηγό του στόλου και του έδωσε τον βαθμό του αντιναυάρχου. Το 1835 έγινε Σύμβουλος της Επικρατείας.
Ο Μ. τάφηκε στη δεξιά ακτή του λιμανιού του Πειραιά, η οποία από τότε πήρε την ονομασία ακτή Μιαούλη. Αργότερα τα οστά του μεταφέρθηκαν σε τάφο στην είσοδο της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων.
Ο Ανδρέας Μιαούλης υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους ναυτικούς ηγέτες στον αγώνα του '21.
Dictionary of Greek. 2013.